ανάγνωση

ανάγνωση
Ικανότητα, που αποκτάται με διδασκαλία, χάρη στην οποία αναγνωρίζονται και κατανοούνται οι λέξεις ενός κειμένου, γραμμένου ή τυπωμένου. Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι διδασκαλίας της α. Σήμερα, η επεξεργασία των μεθόδων αυτών γίνεται σχεδόν αποκλειστικά σε σχέση με το παιδί της σχολικής ηλικίας και για τη μητρική του γλώσσα. Υπάρχουν βασικά δύο κατευθύνσεις: α) η εκμάθηση που ανάγεται σε μεμονωμένα στοιχεία (γράμματα και συλλαβές) όπου το σημείο, δηλαδή το γραπτό σύμβολο, συνδυάζεται με τον φθόγγο και β) η εκμάθηση που ανάγεται σε ολόκληρες λέξεις ή σύντομες φράσεις, όπου σημείο (γραπτό σύμβολο) και φθόγγος συνδυάζονται με το νόημα. Αυτή η τελευταία μέθοδος, που έχει πλέον επικρατήσει, ονομάζεται συνολική μέθοδος. Τα ιστορικά προηγούμενά της βρίσκονται στη Γαλλία, όπου ο Ν. Αντάμ δημοσίευσε το 1787 τον Ορθό τρόπο εκμάθησης μιας οποιασδήποτε γλώσσας και στο Βέλγιο, όπου ο Z.Z. Ζακοτό, του πανεπιστημίου της Λουβέν, εκπόνησε μέθοδο α. κατά την οποία απλές φράσεις διδάσκονταν πρώτα στο σύνολό τους και έπειτα αναλύονταν. Στη Γερμανία, τη συνολική μέθοδο (που ονομάστηκε φυσικές λέξεις) υποστήριξαν κατά τα μέσα του 19ου αι. οι Φόγκελ και Λίμπεν. Την ίδια περίοδο στην Ιταλία, ο Ρ. Λαμπρουτσίνι υποστήριξε τη συνολική μέθοδο με μια δική του ιδιαίτερη επεξεργασία. Αλλά τις επιστημονικές βάσεις αυτής της μεθόδου έθεσε στις αρχές του 20ού αι. ο Οβ. Ντεκρολί. Η εκμάθηση σύμφωνα με τη συνολική μέθοδο στηρίζεται στην αρχή ότι το παιδί συγκρατεί ευκολότερα τη γραφική παράσταση μιας φράσης που περικλείει μια πλήρη ιδέα, η οποία με τη σειρά της θα συνδεθεί με άλλες πλήρεις ιδέες. Η φάση της ανάλυσης, για να πραγματοποιηθεί η αναγνώριση των γραμμάτων και των συλλαβών, είναι μεταγενέστερη, εφόσον αυτά τα στοιχεία του λόγου είναι αφηρημένα σε σχέση με τη συγκεκριμένη μορφή της ολοκληρωμένης φράσης. Οι αντιλήψεις αυτές επικυρώνονται και υποστηρίζονται από τις ψυχολογικές θεωρίες της σχολής Γκέσταλτ και τις μελέτες των Κλαπαρέντ, Βαλόν και Πιαζέ. Τη φάση της συνολικής αντίληψης και τη φάση της ανάλυσης ακολουθεί η φάση της σύνθεσης, κατά την οποία τα γράμματα και οι συλλαβές θα ενωθούν, αφού προηγουμένως αναγνωριστούν μέσα στο ιδιαίτερο φωνητικό τους λειτούργημα. Τα βασικά προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει η συνολική μέθοδος και τα οποία συνεπάγονται διάφορες λύσεις, διαφορετικών κατευθύνσεων, είναι εκείνα που αφορούν τη μετάβαση από τη φάση της συνολικής αντίληψης στη φάση της ανάλυσης και μέσα από αυτή, στη φάση της σύνθεσης. Καλό είναι να έχουμε υπόψη ότι η διδασκαλία της α. εξαρτάται επίσης από τη διάρθρωση της γλώσσας και παρουσιάζει λιγότερα προβλήματα στις γλώσσες εκείνες όπου η αντιστοιχία μεταξύ προφοράς και γραφής είναι απλή και μοναδική. Οι ανωμαλίες της α. υποδηλώνονται με τον γενικό όρο δυσλεξίες. Αυτές ποικίλλουν, από τις πιο σοβαρές περιπτώσεις, που συνδέονται με πραγματικές βλάβες του ίδιου του εγκεφαλικού φλοιού, έως τη λεγόμενη δυσλεξία της εξέλιξης, η οποία εκδηλώνεται στο παιδί, αλλά μπορεί να εξαφανιστεί με την πάροδο του χρόνου αν το παιδί τύχει επιμελούς παρακολούθησης και θεραπείας. Στη βάση κάθε μορφής δυσλεξίας υπάρχει κάποια ατέλεια της αντίληψης, που συνοδεύεται πάντοτε από κινητική ανωμαλία. Η δυσλεξία εκδηλώνεται αρχικά με χαρακτηριστικά λάθη τόσο στην α. όσο και στη γραφή, όπως υποκατάσταση γραμμάτων από άλλα που έχουν το ίδιο σχήμα όταν αναστραφούν, αναστροφή ζεύγους γραμμάτων, σύγχυση μεταξύ γραμμάτων με ηχητική ομοιότητα, συχνές παραλείψεις κλπ. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η αντίληψη του χώρου είναι κυρίως εκείνη που εμφανίζεται ελλιπής και το φαινόμενο αυτό συνδέεται με διαταραχές που εντοπίζονται στις εγκεφαλικές ζώνες του λόγου (οι οποίες οφείλονται, όχι σπάνια, στη λεγόμενη παρεμποδισθείσα αριστεροχειρία από μέρους τόσο της οικογένειας όσο και του σχολείου). Από τις μελέτες που έγιναν, προκύπτει ότι η δυσλεξία είναι συχνά κληρονομική και προσβάλλει το 5-10% των παιδιών. Το παιδί μαθαίνει να διαβάζει με τη βοήθεια εικονογραφικού υλικού (αλφαβητάρια, καρτελάκια, πινακίδες) που του επιτρέπει να συνδυάζει εύκολα το γραπτό σύμβολο με το νόημα της λέξης ή της φράσης.
* * *
η (Α ἀνάγνωσις)
1. απόδοση γραπτού κειμένου με προφορικό λόγο, διάβασμα
2. διάβασμα με δυνατή φωνή εμπρός σε ακροατήριο
νεοελλ.
1. κατανόηση τής σημασίας συμβόλων (ιερογλυφικών κ.λπ.)
2. κείμενο για ανάγνωση
3. το μάθημα τής ανάγνωσης
αρχ.
αναγνώριση, επαναφορά στη μνήμη προσώπου, πράγματος ή περιστάσεων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀναγιγνώσκω.
ΠΑΡ. αναγνωστικός].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ανάγνωση — η 1. το διάβασμα: Άρχισε την ανάγνωση ενός καινούριου βιβλίου. 2. (παιδαγωγική), το μάθημα της ανάγνωσης στο σχολείο: Κάθε μέρα κάνουμε ανάγνωση στο σχολείο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀναγνώση — ἀνάγνωσις recognition fem nom/voc/acc dual (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγνώσῃ — ἀναγνώσηι , ἀνάγνωσις recognition fem dat sg (epic) ἀναγιγνώσκω know well fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άμβωνας — Το βήμα από το οποίο συνήθως κηρύσσουν στην εκκλησία οι ιεροκήρυκες και διαβάζεται το Ευαγγέλιο. Αρχικά στηριζόταν σε κίονες ή σε συμπαγή βάση και η άνοδος γινόταν από ένα ή δύο σκαλοπάτια. Στις πρώτες χριστιανικές εκκλησίες χρησιμοποιήθηκε… …   Dictionary of Greek

  • αναγνωστικός — ή, ό (Α ἀναγνωστικός, ή, όν) [ἀνάγνωσις] 1. ο σχετικός με την ανάγνωση 2. αυτός που αγαπά την ανάγνωση, ο φιλαναγνώστης νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το αναγνωστικό α) βιβλίο που χρησιμοποιείται στην κατώτερη εκπαίδευση για άσκηση στην ανάγνωση β)… …   Dictionary of Greek

  • δυσλεξία — Είδος μαθησιακής δυσκολίας, που εμφανίζεται με δυσχέρεια στην ανάγνωση και στην κατανόηση γραπτών κειμένων, στη γραπτή έκφραση και στη γραφή, καθώς και στα μαθηματικά. Η δ. δεν συνεπάγεται διαταραχή στην εκφορά του λόγου, γι’ αυτό και συχνά δεν… …   Dictionary of Greek

  • αναγνώστης — Ο όρος, εκτός από την καθιερωμένη του έννοια (αυτός που διαβάζει γενικά ένα γραπτό κείμενο), αναφέρεται ειδικότερα σε μια κατηγορία εργαζομένων στον χώρο του βιβλίου, που έχουν την ευθύνη να διαβάσουν ένα έργο που προτείνεται προς έκδοση και να… …   Dictionary of Greek

  • συναγωγή — Όρος συγγενής με τον όρο «ναός» που υποδηλώνει τον τόπο της ιουδαϊκής λατρείας. Η σ. δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ναό της Ιερουσαλήμ, που ήταν μοναδικός στο Ισραήλ και προορισμένος για τις αιματηρές θυσίες και που καταστράφηκε για τελευταία… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

  • Cyril of Alexandria — Saint Cyril of Alexandria St Cyril I, the 24th Pope of Alexandria The Pillar of Faith; Bishop, Confessor and Doctor of the Church Born c. 376 Died …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”